Μιλώντας για ένα καθαρόαιμο αυτοκίνητο πόλης -από εκείνα που τιμούν τον τίτλο τους πρωτίστως με τις συμπαγείς διαστάσεις τους και δευτερευόντως με την ταπεινότητα των προδιαγραφών τους- η ισχύς και ως εκ τούτου οι επιδόσεις περνούν σε δεύτερη μοίρα.

Από την άλλη, ποιος θα μπορούσε να γυρίσει την πλάτη σε εκείνες τις προτάσεις που υποστηρίζουν και με το παραπάνω την παρουσία τους μακριά από τους πολυσύχναστους δρόμους μιας πόλης, αξιοποιώντας το πλεόνασμα ισχύος που συνήθως προκύπτει από υπερτροφοδοτούμενα σύνολα.

Αν και δεν χρειάζεται λοιπόν να «αναρριχηθεί» κανείς ως την κορυφή της γκάμας του νέου smart forfour ώστε να αποκτήσει ένα πολύ διαφορετικό και σε κάθε περίπτωση ικανό αυτοκίνητο πόλης, η έκδοση στην οποία ο τρικύλινδρος κινητήρας των 898 κ.εκ. απόδοσης 90 ίππων συναντά το ημι-αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη των έξι σχέσεων παρουσιάζει -από κάθε άποψη- το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Η δεύτερη κατά σειρά γενιά του το forfour έχει δημιουργηθεί κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του μικρότερου και δημοφιλέστερου fortwo. Αυτό σημαίνει ότι ο κινητήρας βρίσκεται τοποθετημένος μερικά εκατοστά πάνω από τον πίσω-κινητήριο άξονα, γεγονός που είναι από μόνο του αρκετό ώστε να τη διαφοροποιήσει από το συμβατικότερο παράδειγμα του μακρινού προγόνου της.

Παρά την αισθητή αύξηση του μεταξονίου, η οποία σε σχέση με το fortwo αγγίζει τα 62,1 εκατοστά και την παρουσία των πίσω θυρών, στοιχεία όπως ο μεταλλικός κλωβός ασφαλείας -γνωστός και ως tridion cell- και ο πανομοιότυπος σχεδιασμός των συνθετικών, στην πλειοψηφία τους, επιφανειών δεν σου επιτρέπουν να μιλήσεις για ένα διαφορετικό αυτοκίνητο.

Στο ίδιο συμπέρασμα άλλωστε καταλήγει κανείς παρατηρώντας τις επιφάνειες του τετραθέσιου θαλάμου επιβατών. Προφανώς η ύπαρξη δεύτερης σειράς καθισμάτων χαρίζει στο forfour τον τίτλο του πρακτικότερου, ωστόσο, σε επίπεδο σχεδιασμού και εξοπλισμού το τετραθέσιο smart δεν έχει να προσφέρει κάτι περισσότερο από τον δίδυμο και αποκλειστικά διθέσιο "αδερφό" του.

Μένοντας στον εξοπλισμό, η κορυφαία έκδοση Proxy φέρνει μαζί της πλήθος στοιχείων που ενισχύουν τη διαφορετικότητα του αυτοκινήτου και εν μέρει δικαιολογούν την τελική τιμή του.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι ζάντες αλουμινίου των 16 ιντσών με τα ελαστικά χαμηλού προφίλ, η πανοραμική ηλιοροφή μεγέθους 1,2 τετραγωνικών μέτρων, ο ηλεκτρονικός κλιματισμός καθώς και το σύστημα υποβοήθησης διατήρησης της λωρίδας κυκλοφορίας.

Στα παραπάνω προσθέστε τη σπορ ανάρτηση με τη χαμηλότερη κατά 10 χιλιοστά απόσταση από το έδαφος, το τριάκτινο και επενδεδυμένο με δέρμα τιμόνι, τα μεταλλικά πεντάλ και τη χρωμιωμένη απόληξη της εξάτμισης.

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, λοιπόν, το forfour με τους 90 ίππους και τα 135 Nm ροπής του υπερτροφοδοτούμενου κινητήρα των 0,9 λίτρων επιβεβαιώνει την ανωτερότητά του ή αν προτιμάτε την ικανότητά του να στέκεται αξιοπρεπώς μακριά από το γνώριμο σε αυτό αστικό περιβάλλον.

Η πληθωρική -για τα μέτρα και σταθμά ενός smart- απόδοση του τρικύλινδρου κινητήρα είναι ένα από τα στοιχεία που επιτρέπουν στο forfour να αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη ευκολία τις προκλήσεις της καθημερινότητας, όχι όμως και το μοναδικό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά αν το ημι-αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη δεν είχε πάρει τη θέση των αμφιλεγόμενων αυτοματοποιημένων μονάδων που μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούσε η smart.

Το twinamic των έξι σχέσεων -προίκα τη συνεργασίας Daimler-Renault- διαθέτει δύο προγράμματα λειτουργίας (Comfort και Dynamic) όπως και χειροκίνητη διαμόρφωση, όντας σε κάθε περίπτωση άμεσο και αποτελεσματικό.

Στην ευελιξία του forfour συμβάλλει -μεταξύ άλλων- και ο εξαιρετικά μικρός κύκλος στροφής ο οποίος, παρόλα αυτά, συνοδεύεται από ένα «αργό» τιμόνι το οποίο αν μη τι άλλο απαιτεί την εξοικείωση του οδηγού.

Ένα ακόμα χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς του υπερτροφοδοτούμενου forfour στην άσφαλτο είναι η αδυναμία της ανάρτησης να διαχειριστεί τις έντονες ανωμαλίες του οδοστρώματος.

Μπορεί οι σπορ ρυθμίσεις, η μικρότερη απόσταση από το έδαφος και οι 16άρες ζάντες να χαρίζουν… ένταση στο προφίλ του forfour, εξασφαλίζοντας έναν δυναμικότερο προσανατολισμό, ωστόσο, οι συμβιβασμοί που προκύπτουν σε επίπεδο άνεσης γίνονται άμεσα αντιληπτοί.

Μια διαφορετική προσέγγιση απαιτεί, τέλος, και η χρήση του δεξί πεντάλ, καθώς αν το παρακάνει κανείς με το γκάζι επιχειρώντας να εξαντλήσει τις δυνατότητες του τρικύλινδρου κινητήρα των 898 κ.εκ. αυτό που θα καταφέρει, πέρα από το να αυξήσει τα επίπεδα θορύβου-κραδασμού στον τετραθέσιο θάλαμο επιβατών, είναι να οδηγήσει τη μέση τιμή της κατανάλωσης καυσίμου σε διψήφια νούμερα.